Παρασκευή 22 Ιανουαρίου 2016

Ελληνισμός και Κορυτσά


Του Δημήτρη Γαρούφα
Προέδρου Δικηγορικού Συλλόγου Θεσ/νίκης

Κάποιες πόλεις ή περιοχές είναι ιστορικά συνδεδεμένες με κάποια γεγονότα ή περιόδους σε σημείο να αποτελούν σύμβολα. Κάποιες άλλες πόλεις ή γεωγραφικές περιοχές λόγω γεωγραφικής θέσης, λόγω ιστορικών συγκυριών ή λόγω ιστορικής ανάγκης ταυτίζονται με την ιστορία συγκεκριμένων λαών ή εθνών σε σημείο να αποτελούν σύμβολα αναφοράς για αυτά τα έθνη.

Στα χρόνια της Οθωμανικής αυτοκρατορίας όπου τα σύνορά της έφταναν στο Δούναβη ο Ελληνισμός ήκμαζε σε όλα τα αστικά κέντρα των Βαλκανίων και είχε στα χέρια του τα γράμματα και το εμπόριο. Εκείνη την εποχή η Ελληνική γλώσσα ήταν η γλώσσα εργασίας στα Βαλκάνια, Ελληνικά καραβάνια διέσχιζαν καθημερινά τα Βαλκάνια μεταφέροντας εμπορεύματα μέχρι τη Βιέννη και μέχρι τη Ρωσία και όσοι ήταν μορφωμένοι ανεξαρτήτως εθνικότητας είχαν Ελληνική Παιδεία. Γι' αυτό άλλωστε ο Ρήγας Φεραίος οραματίστηκε ένα μεγάλο πολυεθνικό κράτος στα Βαλκάνια με Ελληνική παιδεία και με σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.

Αυτή την εποχή υπήρξαν κάποιες πόλεις που ήταν κέντρα αυτού του οικουμενικού Ελληνισμού, που είχαν πλειοψηφία ελληνικού πληθυσμού με ελληνικά σχολεία και ιδρύματα που χαράχτηκαν στην μετώπη της ιστορίας σαν προπύργια ελληνισμού ανεξάρτητα από την μετέπειτα πορεία και ανεξάρτητα από το σε ποιο κράτος περιελήφθησαν όταν δημιουργήθηκαν τα εθνικά κράτη στα Βαλκάνια.

Σε τέτοια Μητρόπολη του Ελληνισμού είχε αναδειχθεί και η πόλη της Κορυτσάς για πολλούς αιώνες και πιστεύω ότι στην συνείδηση του Έλληνα έμεινε σαν μητροπολιτικό κέντρο του ελληνισμού. Έπαιξε αυτό το ρόλο και για γεωγραφικούς λόγους και λόγω της ιστορικής συγκυρίας αλλά και λόγω ιστορικής αναγκαιότητας και λόγω της προσφοράς της στα ελληνικά γράμματα. Κι όσο κι αν κάποιοι από την Αλβανία ισχυρίζονται ότι στην Κορυτσά γεννήθηκε η ιδέα του αλβανικού εθνικισμού, γεγονός είναι ότι η Κορυτσά εξέπεμπε φως ελληνισμού, λειτουργούσε σαν μητρόπολη του οικουμενικού ελληνισμού.

Η Κορυτσά βρίσκεται στη μέση μιας μεγάλης εύφορης κοιλάδας και αναδείχθηκε σε αστικό κέντρο από τα Βυζαντινά χρόνια. Για την ονομασία της υπάρχουν αρκετές εκδοχές και η ανάπτυξή της είναι σταθερή και ραγδαία αργότερα όταν καταστράφηκαν οι σημαντικές Ελληνικές πόλεις Σίπισχα, Μπόρια (Εμπορία) και η Μοσχόπολις το 1769. Λέγεται ότι όταν καταστράφηκε η Μοσχόπολη και κάποιες μικρότερες κωμοπόλεις που βρίσκονταν κοντά της όπως το Βυθικούκι, η Νικολίτσα, η Υπισχία και η Όπαρη, πολλοί κάτοικοί τους εγκαταστάθηκαν στην Κορυτσά όπου μετέφεραν την ελληνική πνευματική παρακαταθήκη και αναζωογονήθηκε η ελληνική παρουσία της πόλης, άρχισε εμφανής ακμή και στο εμπόριο και στα γράμματα.

Αυτή την εποχή της Τουρκοκρατίας διοικητικά η Κορυτσά ανήκει στο Βιλαέτι Μοναστηρίου και είναι έδρα ενός από τα πέντε σαντζάκια του Βιλαετιού υποδιαιρούμενο στους καζάδες Σταρόβου η Πόγραδετς, Καστοριάς, Κολωνίας και Κορυτσάς, ενώ η επαρχία Κορυτσάς είχε τέσσερα τμήματα, την Κορυτσά, την Βίγλιστα, την Όπαρη και την Πρεμετή.
Σύμφωνα με στατιστικό πίνακα, το 1869 το σαντζάκι Κορυτσάς είχε 14.000 Μωαμεθανούς και 26.000 Ορθόδοξους ενώ, με βάση τα στατιστικά στοιχεία που περιέχονται στο υπόμνημα του Θωμά Μαρκεζίνη προξένου στο Μοναστήρι προς τον Χαρίλαο Τρικούπη, ο πληθυσμός του Σαντζακίου Κορυτσάς αποτελούνταν από 26.500 Έλληνες και 20.0000 Μωαμεθανούς. Στην πρωτεύουσα του σαντζακίου Κορυτσάς έδρευε Έλληνας Ορθόδοξος Μητροπολίτης και Τούρκος Μουτασερίφης.
Σύμφωνα με τον Γάλλο περιηγητή Pouqueville ο οποίος επισκέφθηκε την Κορυτσά το 1805 η Κορυτσά τότε κατοικούνταν από 1.300 οικογένειες από τις οποίες τα 2/3 ήταν χριστιανικές. Για να δούμε δε την μετέπειτα πορεία αναφέρω ότι το 1875 η πόλη είχε 8.200 κατοίκους, ενώ το 1905 έφτασε τους 18.000 χιλιάδες, από τους οποίους οι 14.000 χιλιάδες ήταν Έλληνες και οι 4.000 Αλβανοί.

Αυτή την εποχή η πόλη βρίσκεται ανάμεσα στην Ελληνική Μακεδονία και στην Ήπειρο, αλλά οι συνήθειες της καθημερινής ζωής δείχνουν ότι επηρεάζονταν πιο πολύ από την Ήπειρο ενώ χαρακτηριστικό της είναι τα δισύλλαβα επίθετα των κατοίκων (Βίμπλης, Γώδης, Νάτσης, Μπάγκας, Σιώμος, Τσάλης κλπ.)

Αυτή την εποχή, με την έκδοση του χάρτη Χάττι Χουμαγιούν, το 1856, η Ελληνική χριστιανική κοινότητα δικαιούνταν να έχει τον Πατριάρχη πολιτικό και θρησκευτικό αρχηγό και να έχει αυτοδιοίκηση. Έτσι το 1875 ο Μητροπολίτης Κορυτσάς Δωρόθεος Χρηστίδης σε γενική συνέλευση των κατοίκων εκλέγει 10μελή επιτροπή και η Δημογεροντία αυτή υπό την προεδρία του διοικεί την κοινότητα με συνεδριάσεις κάθε εβδομάδα και βασίζοντας τις αποφάσεις της στην Εξάβιβλο του Αρμενόπουλου. Η "εξάβιβλος" είναι ένα έργο περίληψης της νομοθεσίας του Ιουστινιανού που έγινε στην Θεσσαλονίκη από τον δικαστή και νομοφύλακα Κων/νο Αρμενόπουλο και ίσχυσε ως επίσημη νομοθεσία του Ελληνικού κράτους μέχρι την εισαγωγή του Αστικού Κώδικα το 1946.

Εκκλησιαστικά η Κορυτσά δεν ήταν αρχικά έδρα Επισκοπής, έγινε αργότερα από τον αρχιεπίσκοπο Αχριδών, όπου υπάγονταν μέχρι το 1767 οπότε το Πατριαρχείο την πήρε στη δικαιοδοσία του κι έγινε Μητρόπολη Κορυτσάς και Μοσχοπόλεως.

Αυτή την εποχή η Κορυτσά εξελίσσεται σε σημαντικό διαμετακομιστικό κέντρο εμπορίου ανάμεσα στα Γιάννενα, Θεσσαλονίκη, Μοναστήρι, Κωνσταντινούπολη, Βιέννη, Τεργέστη και Κέρκυρα. Η αγορά της είχε περίπου 800 καταστήματα, ξενοδοχεία και εργαστήρια που σε συντριπτικό ποσοστό ήταν Ελληνικά. Είχε παζάρι κάθε Σάββατο και τα εμπορεύματα από εδώ μεταφέρονταν προς τη νότια Αλβανία ενώ στις συναλλαγές χρησιμοποιούσαν όλοι την ελληνική γλώσσα. Άλλωστε από το 1724 λειτουργούσε ελληνικό σχολείο. Για να δούμε τα οικονομικά μεγέθη της πόλης θα αναφέρουμε ότι το έτος 1859 εισήχθησαν στην πόλη από ευρωπαϊκές χώρες εμπορεύματα αξίας 76.920 αγγλικών λιρών, έγιναν εξαγωγές 25.921 λιρών και υπήρξαν εμβάσματα από εξωτερικό 68.214 λιρών, πράγμα που δείχνει ότι η πόλη στηριζόταν στο εμπόριο και στα εμβάσματα από το εξωτερικό.

Η μετανάστευση και διαμονή πολλών Κορυτσαίων σε ανθούσες χώρες του εξωτερικού οδηγεί νέους να σπουδάζουν έξω και να υπάρχουν κληροδοτήματα και δωρεές από το εξωτερικό. Αυτή την εποχή ανοίγουν Τράπεζες στην Κορυτσά, υπάρχουν τραπεζικά γραφεία σχεδόν όλα στα χέρια Ελλήνων και όλη αυτή η εμπορική κίνηση και ανάπτυξη οδηγεί σε δημιουργία αστικής τάξης, σε εικόνα αστικού κέντρου. Η πόλη ήκμαζε και ακτινοβολούσε σε όλη την Ήπειρο και Μακεδονία και αυξάνονταν συνεχώς ο ελληνικός πληθυσμός καθ' ότι ο αλβανικός είχε μόνο τις αγροτικές εργασίες και ήταν κοινωνικά περιθωριοποιημένος στην πόλη.

Αν μελετήσει κάποιος την ιστορία της Κορυτσάς, τον τρόπο λειτουργίας της αυτοδιοίκησης, είναι σαν να μελετά την ιστορία του ελληνισμού. Βλέπουμε την κοινοτική αυτονομία και τις αρχές της αλληλεγγύης να κυριαρχούν στη ζωή των κατοίκων. Βλέπουμε τη θέληση για μόρφωση και τη δημιουργία σχολείων και ιδρυμάτων όπως το Μπάγκειο αλλά και την αγάπη των Κορυτσαίων της διασποράς για την πατρίδα τους. Ατέλειωτοι είναι οι κατάλογοι των δωρητών και μάλιστα λειτουργεί κοινοτικό Ταμείο, το "Λάσσο" από το 1850 με πρωτοβουλία του τότε Μητροπολίτη Νεόφυτου. Τα ονόματα των δωρητών και συνδρομητών του Ταμείου εκφωνούνταν κάθε χρόνο στην Μητρόπολη στις 30 Ιανουαρίου, γιορτή των Τριών Ιεραρχών, και μάλιστα αναφέρονταν με τον ίδιο σεβασμό τα ονόματα και ενός φτωχού δωρητή αλλά και των πλουσίων ευεργετών.

Για αυτή την περίοδο της ουσιαστικής ακμής της Κορυτσάς και του ρόλου της παιδείας σε αυτή έχει εκδοθεί ένας αξιοπρόσεκτος τόμος από το ΙΜΧΑ με συγγραφέα την Αδέλα Ισμυρλιάδου που αποτελεί ένα πανόραμα της ιστορίας και ζωής της Κορυτσάς από το 1850 μέχρι το 1908. Είναι συγκινητικό για τον μελετητή της ιστορίας της Κορυτσάς να βλέπει την λειτουργία της ως ελληνικού πνευματικού και εμπορικού κέντρου που έδινε την εντύπωση ότι δεν είχε καμμία σχέση με τις περιοχές βόρεια από αυτή. Βέβαια εδώ οφείλουμε να τονίσουμε ότι ο έντονος ελληνικός χαρακτήρας της πόλης είχε ως παρενέργεια στην ίδια αυτή πόλη να παρουσιασθεί το φαινόμενο του αλβανικού εθνικισμού. Οι Αλβανοί εθνικιστές από κέντρα διασποράς όπως το Βουκουρέστι και η Κωνσταντινούπολη αποφασίζουν ως αντίβαρο στα ελληνικά σχολεία που συγκέντρωναν 2.000 μαθητές να δημιουργηθεί αλβανικό σχολείο στην Κορυτσά. Εδώ ο Σάμη και ο Ναϊμ Φράσερι αλλά και οι Κορυτσιώτες Κωστούρης και Μάρκου δημιουργούν τον αλβανικό σύνδεσμο και δημιουργούν αλβανικό σχολείο, το οποίο όμως έκλεισε το 1902 ελλείψει μαθητών... Αυτό αποδεικνύει πόσο βαθειές ήταν οι υπόγειες ρίζες του ελληνισμού σε αυτή την περιοχή, σε αυτή την πόλη των θρύλων και παραδόσεων που δυο φορές απελευθέρωσε ο ελληνικός στρατός αλλά αναγκαζόταν να την εγκαταλείψει γιατί έτσι επέβαλλαν τα συμφέροντα των μεγάλων δυνάμεων της εποχής.

Συμπεράσματα:
Α) Η Κορυτσά ήταν για αιώνες Ελληνικό κέντρο, ένα Μητροπολιτικό κέντρο Ελληνισμού. Ήταν μια πόλη με ανθηρή οικονομία, με υψηλό επίπεδο συνθηκών διαβίωσης για τον πληθυσμό, με διασυνδέσεις με εμπορικά και πνευματικά κέντρα του εξωτερικού και με πληθυσμό σε συντριπτικό ποσοστό χριστιανικό και με συνείδηση ελληνική. Δυο φορές που απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στρατό, υποδέχθηκαν τον ελληνικό στρατό με τις γαλανόλευκες και απέδειξαν την ελληνική συνείδηση. Αλλά για λόγους ισορροπίας και εξυπηρέτησης συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων η Κορυτσά δεν δόθηκε στην Ελλάδα. Σ' αυτό το σημείο πρέπει να επισημάνουμε ότι στην χάραξη συνόρων στα Βαλκάνια δίνεται η εντύπωση ότι εφαρμόστηκε λάθος χάρτης και έμειναν μειονοτικές ομάδες εκτός της χώρας που ανήκαν. Αν τα ελληνικά και αλβανικά σύνορα είχαν μετατοπιστεί πιο βόρεια δεν θα είχαμε στην συνέχεια μειονοτικά προβλήματα και εθνολογικές συγκρούσεις. Γιατί αν τα ελληνικά σύνορα είχαν χαραχτεί πιο βόρεια θα περιλαμβάνονταν στην Ελλάδα περιοχές με ελληνικούς πληθυσμούς όπως η Κορυτσά, ενώ αν τα αλβανικά σύνορα χαράσσονταν πιο βόρεια δεν θα υπήρχε τώρα θέμα Κοσόβου.
Β) Σήμερα η πόλη της Κορυτσάς ως αστικό κέντρο είναι ένα από τα 4-5 μεγαλύτερα της Αλβανίας με πληθυσμό περίπου 80.000 κατοίκους από τους οποίους το 80% είναι Χριστιανοί. Από τα 40-50 μεγάλα αστικά κέντρα της Αλβανίας όπου υπάρχει ισχυρή Ελληνική επιρροή. Κατ' αρχήν λόγω και της μετακίνησης και διαμονής πολλών κατοίκων στην Ελλάδα για αρκετά χρόνια, ποσοστό 70% περίπου των κατοίκων μιλούν και την ελληνική γλώσσα. Σ' αυτό συνετέλεσε και το γεγονός ότι για πολλά χρόνια λειτούργησαν τα φροντιστήρια ελληνικής γλώσσας με πρωτοβουλία της ΣΦΕΒΑ και με συνδρομή σωματείων από την Θεσσαλονίκη στα οποία φοιτούσαν κάθε χρόνο εκατοντάδες μαθητές. Τώρα έχει ιδρυθεί με επίσημη πρωτοβουλία του ελληνικού κράτους το "Ελληνικό Διδακτήριο Κορυτσάς" ο ΟΜΗΡΟΣ που παρέχει πρωτοβάθμια και δευτεροβάθμια εκπαίδευση και στο οποίο φοιτούν ήδη εκατοντάδες μαθητές, δείγμα του ενδιαφέροντος των νέων για ελληνική παιδεία.

Ομιλία στην αίθουσα της ''Ηπειρωτικής Εστίας'' Θεσ/νίκης για την 65η Επέτειο Απελευθερώσεως Κορυτσάς, ''ΑΠΕΙΡΩΤΑΝ'', βλ. εδώ.

~ Σχετικές αναρτήσεις:
Από φέτος θα λειτουργήσει κέντρο Πιστοποίησης Ελληνικής Γλώσσας στην Κορυτσά - Çertifikatë për njohjen e Gjuhës Greke do të mund të merret në Universiteti Fan Noli

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Η κόσμια κριτική και η ανταλλαγή απόψεων μεταξύ των σχολιαστών είναι σεβαστή. Σχόλια τα οποία υπεισέρχονται σε προσωπικά δεδομένα ή με υβριστικό περιεχόμενο να μην γίνονται. Τα σχόλια αποτελούν καθαρά προσωπικές απόψεις των συντακτών τους. Οι διαχειριστές δεν ευθύνονται σε καμία περίπτωση για τυχόν δημοσίευση υβριστικού ή παράνομου περιεχομένου στα σχόλια των αναρτήσεων.Τα σχόλια αυτά θα διαγράφονται με την πρώτη ευκαιρία.